|
Ομολογία Πίστεως του 1689
Κεφάλαιο 4
ΠΕΡΙ ΤΗΣ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑΣ
Παράγραφος 1. Στην αρχή ήταν η ευχαρίστηση του Θεού Πατρός, Υιού και Αγίου Πνεύματος,1 για την φανέρωση της δόξας της αιώνιας δύναμης,2 σοφίας και καλοσύνης Του, να δημιουργήσει ή να ποιήσει τον κόσμο και τα πάντα μέσα σ’ αυτόν, είτε ορατά ή αόρατα, στο διάστημα των έξι ημερών, και όλα ήταν πολύ καλά.3
1 Ιωάννην 1:2,3, Εβραίους 1:2, Ιώβ 26:13
2 Ρωμαίους 1:20
3 Κολοσσαείς 1:16, Γένεση 1:31
Παράγραφος 2. Αφού ο Θεός είχε ποιήσει όλα τα άλλα πλάσματα, δημιούργησε τον άνθρωπο, αρσενικό και θηλυκό,4 με λογική και αθάνατη ψυχή,5 καθιστώντας τον ικανό για τη ζωή με τον Θεό, για την οποία δημιουργήθηκε. Τον δημιούργησε κατά την εικόνα του Θεού, στη γνώση, στη δικαιοσύνη και στην αληθινή αγιότητα·6 έχοντας το νόμο του Θεού γραμμένο στην καρδιά του,7 με τη δύναμη να τον υπακούει πλήρως, κι όμως με τη δυνατότητα παράβασης, έχοντας την ελευθερία της θέλησής του, η οποία μπορούσε ενδεχομένως να αλλάξει.8
4 Γένεση 1:27
5 Γένεση 2:7
6 Εκκλησιαστής 7:29, Γένεση 1:26
7 Ρωμαίους 2:14,15
8 Γένεση 3:6
Παράγραφος 3. Εκτός από το νόμο που ήταν γραμμένος στις καρδιές του πρώτου ανθρώπινου ζευγαριού, έλαβαν εντολή να μην φάνε από το δέντρο της γνώσης του καλού και του κακού,9 την οποία όσο ακολουθούσαν, ήταν ευτυχείς στην κοινωνία τους με το Θεό και είχαν εξουσία επάνω στα πλάσματα.10
9 Γένεση 2:17
10 Γένεση 1:26,28
The Reformed Reader Home Page
Copyright 1999, The Reformed Reader, All Rights Reserved |